Η Κύπρος διψά. Τα φράγματα άδεια, οι αγρότες σε απόγνωση, οι τουρίστες ζητούν νερό και τα ξενοδοχεία δεν μπορούν να μείνουν χωρίς. Η πολιτεία απαντά με τον πιο εύκολο τρόπο: αφαλάτωση. Μονάδες που δουλεύουν νυχθημερόν, κινητά συστήματα από το εξωτερικό, μια τεχνολογία που φέρνει νερό από τη θάλασσα όταν όλα τα άλλα στερεύουν.
Μόνο που η αφαλάτωση δεν είναι πανάκεια. Είναι το άλλοθι μιας χώρας που απέτυχε να προστατεύσει το πιο πολύτιμο αγαθό της. Για χρόνια σπατάλη, απώλειες στα δίκτυα, γεωργία χωρίς έλεγχο, πολιτική που έβλεπε την κρίση να έρχεται και δεν έκανε τίποτα. Και τώρα, το τίμημα το πληρώνει ο πολίτης με λογαριασμούς που ανεβαίνουν, η θάλασσα με τόνους άλμης που σκοτώνουν τη βιοποικιλότητα, και το κλίμα με νέες εκπομπές άνθρακα από ενεργοβόρες μονάδες.
Η κυβέρνηση μιλά για τεχνολογία και πρόοδο. Στην πραγματικότητα, στήνει γύψο σε ένα κόκαλο που σαπίζει. Γιατί δεν μιλά για σοβαρή εξοικονόμηση; Γιατί δεν εφαρμόζει μια στρατηγική επαναχρησιμοποίησης επεξεργασμένων λυμάτων για άρδευση; Γιατί δεν αναδιαρθρώνει τις καλλιέργειες που πίνουν το νερό της χώρας; Γιατί δεν συνδέει τις μονάδες αφαλάτωσης με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ώστε να μη γίνονται οι ίδιες μέρος του προβλήματος;
Το νερό δεν είναι πολυτέλεια ούτε εμπόρευμα. Είναι ζωή. Και η ζωή δεν μπορεί να εξαρτάται αποκλειστικά από μηχανές που απομυζούν τη θάλασσα και επιστρέφουν δηλητήριο. Η αφαλάτωση μπορεί να είναι αναγκαία σήμερα, αλλά δεν μπορεί να είναι το μέλλον μας. Αν δεν αλλάξουμε πορεία, η Κύπρος θα μείνει παγιδευμένη σε ένα ακριβό, ενεργοβόρο και περιβαλλοντικά επικίνδυνο μοντέλο.
Η αλήθεια είναι σκληρή: δεν θα μας λείψει το νερό επειδή δεν έχουμε τεχνολογία. Θα μας λείψει επειδή δεν είχαμε ποτέ το θάρρος να το σεβαστούμε.