Η πρόσφατη απόφαση του Φειδία Παναγιώτου, γνωστού Κύπριου YouTuber και νεοεκλεγέντος ευρωβουλευτή, να επισκεφθεί τον ηγέτη του κατοχικού καθεστώτος Ερσίν Τατάρ στο λεγόμενο «προεδρικό» στα κατεχόμενα και να του πάρει συνέντευξη, προκάλεσε σάλο στην κυπριακή κοινωνία και πολιτική σκηνή. Το γεγονός συνοδεύτηκε από αντιδράσεις τόσο από πολίτες όσο και από πολιτικά κόμματα, με πολλούς να κάνουν λόγο για πράξη πολιτικά αφελή και ιστορικά ανεύθυνη.
Η πράξη και ο συμβολισμός της
Δεν πρόκειται απλώς για μια συνέντευξη. Η παρουσία ενός Ελληνοκύπριου ευρωβουλευτή —με όποιον τίτλο κι αν πήγε— στο κατεχόμενο «προεδρικό μέγαρο» και η συνομιλία με τον Ερσίν Τατάρ, δεν είναι ένα αθώο βίντεο για likes και views. Φέρει συμβολισμούς. Και ειδικά στην Κύπρο, όπου η κατοχή συνεχίζεται από το 1974, κάθε τέτοια κίνηση ερμηνεύεται στο πλαίσιο της πολιτικής πραγματικότητας του εθνικού ζητήματος.
Η επιλογή του Φειδία να αναφερθεί στον Τατάρ με τον τίτλο «πρόεδρος», έστω και στο πλαίσιο YouTube συνέντευξης, δεν περνά απαρατήρητη. Ουσιαστικά, δίνει —έστω και ακούσια— μια μορφή αναγνώρισης σε ένα αποσχιστικό καθεστώς που δεν αναγνωρίζεται διεθνώς, εκτός από την Τουρκία. Αυτή η «κανονικοποίηση» της κατοχής μέσω social media είναι επικίνδυνη, γιατί θολώνει τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ πραγματικότητας και παραπλάνησης.
Ο Φειδίας και τα όρια του «απολιτίκ»
Ο Φειδίας εξελέγη με κύριο χαρακτηριστικό την αμεσότητα, την ειλικρίνεια και την απολιτίκ εικόνα του. Πολλοί νέοι τον στήριξαν ακριβώς επειδή δεν έμοιαζε με τους «παραδοσιακούς πολιτικούς». Όμως, η πολιτική —και ιδιαίτερα η εκπροσώπηση του λαού στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο— έχει βάρος. Δεν είναι παιχνίδι. Και όταν χειρίζεσαι εθνικά θέματα, δεν αρκεί η «καλή πρόθεση» ή η «αφέλεια». Ούτε δικαιολογείται η απειρία, γιατί πλέον έχεις ευθύνη.
Η ανάγκη για διάλογο, αλλά με σεβασμό στις κόκκινες γραμμές
Κανείς δεν λέει ότι δεν πρέπει να μιλάμε με τους Τουρκοκύπριους. Αντίθετα. Ο διάλογος είναι απαραίτητος — όχι μόνο μεταξύ των δύο κοινοτήτων, αλλά και ανάμεσα σε προσωπικότητες και εκπροσώπους που έχουν επιρροή στις δύο πλευρές. Ωστόσο, αν ο Φειδίας ήθελε οπωσδήποτε να ακουστεί η άποψη του Ερσίν Τατάρ, θα μπορούσε αυτό να γίνει πολύ πιο προσεκτικά από πλευράς του. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να τον προσκαλέσει σε ένα ουδέτερο σημείο όπως «το Σπίτι της Συνεργασίας» (Home for Cooperation), που βρίσκεται στη νεκρή ζώνη της Λευκωσίας και φέρει έναν ιδιαίτερα συμβολικό χαρακτήρα ειρηνικής συνύπαρξης. Εκεί, θα μπορούσε να τον αντιμετωπίσει όχι ως «πρόεδρο» ενός ανύπαρκτου κράτους, αλλά ως εκπρόσωπο της τουρκοκυπριακής πλευράς — όπως ακριβώς και παρουσιάζεται στις επίσημες διακοινοτικές συνομιλίες για το Κυπριακό.
Αν δεχόταν, καλώς. Αν όχι, το μήνυμα θα ήταν ξεκάθαρο. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν έπρεπε ένας Ελληνοκύπριος ευρωβουλευτής —εκλεγμένος με την ψήφο της Κυπριακής Δημοκρατίας— να δώσει ένα τόσο σοβαρό εργαλείο προπαγάνδας στην Τουρκία και το ψευδοκράτος. Γιατί περί αυτού πρόκειται: ένα επικοινωνιακό δώρο που η άλλη πλευρά θα χρησιμοποιήσει για να προβάλλει διεθνώς εικόνα νομιμοποίησης.
Οι «τύποι» είναι το τελευταίο μας όπλο
Ο Φειδίας, σε υπερασπιστικό του σχόλιο, ανέφερε πως «κολλάμε στους τύπους». Κι όμως, αυτό που αποκάλεσε «τύπους», είναι στην πραγματικότητα το τελευταίο και ίσως το μόνο που «κρατάει» την κατάσταση στη γραμμή του διεθνούς δικαίου. Αυτοί οι «τύποι» είναι που έχουν μέχρι σήμερα αποτρέψει την επίσημη αναγνώριση του κατεχόμενου τμήματος της Κύπρου ως «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» (ΤΔΒΚ).
Η θλιβερή αλήθεια είναι πως η de facto κατάσταση της κατοχής, δυστυχώς, έχει παγιωθεί. Και η διεθνής κοινότητα —όπως δείχνει η ιστορική εμπειρία— σπανίως αποδίδει δικαιοσύνη στους αδύναμους. Δυστυχώς, η πραγματικότητα είναι ότι ευνοούνται πάντοτε οι ισχυροί αυτού του κόσμου. Το μόνο που έχουμε ως εργαλείο πίεσης και προστασίας, είναι το διεθνές δίκαιο – και οι «τύποι» του – που απαγορεύει ρητά την αναγνώριση —ή ακόμη και την έμμεση αναγνώριση— ενός κράτους που δημιουργήθηκε με παράνομη χρήση βίας.
Και ως τέτοια πράξη —πράξη έμμεσης αναγνώρισης— λογίζεται και η ενέργεια του Φειδία. Πώς μπορούμε να απαιτούμε από τη διεθνή κοινότητα να σέβεται το διεθνές δίκαιο και να απορρίπτει την αναγνώριση του ψευδοκράτους, όταν ένας Ευρωπαίος εκπρόσωπος της Κυπριακής Δημοκρατίας παραβιάζει ο ίδιος αυτή την αρχή;
Τι μένει τελικά;
Ο Φειδίας απέδειξε ότι η καλή πρόθεση και η δημοφιλία δεν αρκούν στην πολιτική, ειδικά όταν το διακύβευμα είναι η ιστορική και εθνική αξιοπρέπεια ενός λαού. Η πράξη του δεν πρέπει να δαιμονοποιηθεί, αλλά ούτε και να περάσει απαρατήρητη ή να συγχωρεθεί άκριτα στο όνομα της «αθωότητας». Είναι ευκαιρία για συζήτηση, για εκπαίδευση και, κυρίως, για επίγνωση της ευθύνης που φέρει κάθε δημόσια πράξη — ιδιαίτερα όταν είσαι πλέον θεσμικός εκπρόσωπος ενός κράτους που εξακολουθεί να βιώνει τις συνέπειες της κατοχής.