της Άντρεας Αγαπίου
“Δεν θα περιμένουμε το δυστύχημα που έρχεται, για να τους δούμε να χύνουν
κροκοδείλια δάκρυα κάνοντας διαπιστώσεις…”
Αθήνα, 07/02/2023
Και να που ήρθε…
Αυτό σημείωνε σε ανακοίνωσή της Δημοκρατική Ενωτική Συνδικαλιστική Κίνηση
Σιδηροδρομικών (ΔΕΣΚ-Σ), μόλις λίγες μέρες πριν το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη,
κάνοντας αναφορά σε προηγούμενα ατυχήματα που προμήνυαν την καταστροφή που
ερχόταν. Με το σιδηροδρομικό δίκτυο να βρίσκεται για δεκαετίες σε κατάσταση
απαξίωσης από τους αρμόδιους, η καταστροφή ήταν προδιαγεγραμμένη. Οι
εργαζόμενοι, λοιπόν, ζητούσαν το αυτονόητο: Την ασφαλή κυκλοφορία των τρένων, με
ενισχύσεις προσωπικού και σωστή συντήρηση. Το να θέσει η πολιτεία σε
προτεραιότητα την ασφαλή μετακίνηση των πολιτών της.
Σύμφωνα και με άλλη
ανακοίνωσή τους, “Οι
εργαζόμενοι στα
μηχανεργοστάσια, στη γραμμή
και στα τρένα, αλλά και οι
επιβάτες και οι πεζοί
βρίσκονται καθημερινά
εκτεθειμένοι σε μια σειρά
κινδύνους, για τους οποίους οι
κυβερνήσεις και οι εταιρείες αδιαφορούν, δεν παίρνουν κανένα μέτρο για ασφαλή
εργασία στους χώρους δουλειάς, δεν παίρνουν κανένα μέτρο ασφαλούς κυκλοφορίας
των τρένων γιατί αποτελούν κόστος και εμπόδιο στην κερδοφορία τους.” Κρούοντας τον
κώδωνα του κινδύνου έθεταν το ερώτημα “τι άλλο πρέπει να συμβεί για να αναλάβουν
επιτέλους τις ευθύνες τους, η κυβέρνηση, η εργοδοσία; Πρέπει πρώτα να θρηνήσουμε
νεκρούς και μετά να παρθούν μέτρα προστασίας της ανθρώπινης ζωής;”
Δυστυχώς, η απάντηση είναι ναι. Πάντα ήταν…και απ’ ότι φαίνεται θα συνεχίζει να είναι.
Δεν μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Ή μάλλον, την εγκληματική αμέλειά μας. Δυστυχώς,
η πρόληψη στην κοινωνία που ζούμε είναι πολυτέλεια. Δυστυχώς, εάν δεν χυθεί αίμα
αθώων, η πολιτεία δεν προτίθεται να πάρει μέτρα για να προλάβει το κακό- την
“ανείπωτη τραγωδία” όπως την ονόμασε, επαληθεύοντας την προφητική ανακοίνωση
των σιδηροδρόμων και χύνοντας κροκοδείλια δάκρυα.
Ο πρόεδρος των Μηχανοδηγών ΟΣΕ, κύριος Κώστας Γενιδούνιας, απαντώντας στην
ερώτηση εάν ενημερώθηκαν οι συνάδελφοί του ότι κινούνταν στην ίδια γραμμή και αν
υπάρχει κάποιο κεντρικό σύστημα που έχει την επιτήρηση των αμαξοστοιχιών, ανέφερε
ότι : «Δεν λειτουργεί τίποτα. Γίνονται όλα χειροκίνητα, από ανθρώπινο παράγοντα.
Είμαστε στο manual, σ’ όλο το Αθήνα – Θεσσαλονίκη. Ούτε οι ενδείξεις στα
φωτοσήματα λειτουργούν, ούτε ο έλεγχος κυκλοφορίας λειτουργεί. Αν λειτουργούσε
έστω η φωτοσήμανση, οι μηχανοδηγοί θα έβλεπαν την κόκκινη ένδειξη και τα
τρένα θα σταματούσαν σε απόσταση 500 μέτρων‑1 χιλιόμετρο… Δεν λειτουργεί,
είναι κενό. Μάλλιασε η γλώσσα μας να το λέμε”, επιβεβαιώνοντας με τον πιο τραγικό
τρόπο τις ευθύνες της τραγωδίας. Τα φωτοσήματα, είναι τα φανάρια, ενώ το σύστημα
τηλεδιοίκησης και ελέγχου κυκλοφορίας είναι αυτό που με ηλεκτρικούς χειρισμούς
καθορίζει την πορεία των τρένων και προστατεύει από τυχόν ανθρώπινο λάθος.
Επιτρέπει στον μηχανοδηγό να βλέπει ενδείξεις για όσα τρένα υπάρχουν σε απόσταση
300 χιλιομέτρων. Παράλληλα, ο Guardian, επισημαίνει επικαλούμενος τα στατιστικά
στοιχεία του Οργανισμού Σιδηροδρόμων της ΕΕ, ότι η Ελλάδα έχει την χειρότερη θέση
στην σιδηροδρομική ασφάλεια στην ΕΕ κατά την τελευταία δεκαετία. Την ίδια στιγμή, ο
πρωθυπουργός της χώρας δηλώνει ότι “όλα δείχνουν πως το δράμα οφείλεται,
δυστυχώς, κυρίως σε τραγικό ανθρώπινο λάθος.”
Ακόμα κι αν υπήρξε ανθρώπινο λάθος, λοιπόν, κύριε πρωθυπουργέ, ποιος πιστεύετε
ότι φέρει το βάρος της ευθύνης; Για μια φορά, οι φέροντες ευθύνη ας αναλογιστούν τα
συνεχή λάθη και παραλείψεις τους, γιατί είναι αυτές που όπλησαν το χέρι που τράβηξε
εν τέλει την σκανδάλη. Η τραγωδία αυτή, λοιπόν, δεν είναι ούτε λάθος, ούτε δυστύχημα.
Είναι έγκλημα. Έγκλημα σε βάρος αθώων πολιτών, που απλώς έτυχε να βρίσκονται σ’
ένα από τα μοιραία βαγόνια. Έγκλημα, σε βάρος των φοιτητών, που γυρνούσαν στα
σπίτια τους, που είχαν πάει να δουν τους δικούς, που αποφάσισαν να κάνουν μια
εκδρομή για το τριήμερο, και σκέφτηκαν να το κάνουν τετραήμερο, αλλά κράτησε για
πάντα. Έγκλημα, σε βάρος των μανάδων που λίγο πριν μπει το παιδί τους στο τρένο
του φώναξαν “πάρε με όταν φτάσεις” και δεν πήραν πότε αυτό το τηλεφώνημα.
Έγκλημα, σε βάρος όσων αποχαιρέτησαν τους ανθρώπους τους για λίγο, χωρίς να
ξέρουν ότι αυτή θα ήταν η τελευταία τους αγκαλιά…
Και όλα αυτά γιατί; Γιατί κανείς δεν ανέλαβε τις ευθύνες του όταν έπρεπε. Γιατί κανείς
δεν προνόησε. Κανείς δεν έλαβε προληπτικά μέτρα. Κανείς δεν έθεσε την αξία της
ανθρώπινης ζωής πάνω από το κέρδος. Και τώρα; Καμιά παραίτηση, καμιά έρευνα περί
των αιτίων, καμία δίκη και καμία μελλοντική υπόσχεση δεν θα φέρουν πίσω τους
ανθρώπους πους χάθηκαν, που δεν πρόλαβαν να ζήσουν…δεν θα διορθώσει τις ζωές
που καταστράφηκαν για πάντα…δεν θα κλείσει τις πληγές που άνοιξαν και δεν θα
κλείσουν ποτέ. Δυστυχώς, για κάποιους, η ανθρώπινη ζωή δεν κοστολογείται…