Κακοποίησε σεξουαλικά τις τρεις ανήλικες θυγατέρες του, καταγγέλθηκε και καταδικάστηκε 23 χρόνια μετά τη διάπραξη του τελευταίου αδικήματος σε συντρέχουσες και διαδοχικές ποινές φυλάκισης συνολικού ύψους 50 μηνών και προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο, ζητώντας την παρέμβαση του Εφετείου για να μειώσει τις επιβληθείσες ποινές φυλάκισης, τις οποίες θεώρησε ως έκδηλα υπερβολικές. Το Εφετείο απέρριψε την έφεση με την επισήμανση ότι ο πατέρας αντί να είναι ο φύλακας – άγγελος των ανήλικων τέκνων του, είχε γίνει ο εφιάλτης τους και ως εκ τούτου οι προσωπικές του περιστάσεις και τα άλλα ελαφρυντικά δεν μπορούν να έχουν καταλυτική επίδραση στην επιβολή της ποινής.
Όλα τα αδικήματα, στα οποία ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος, κατόπιν δικής του παραδοχής, έλαβαν χώρα μεταξύ της περιόδου 1986-1993.
Αξίζει να αναφερθεί ότι κατά τον επίδικο χρόνο διάπραξης των αδικημάτων η προβλεπόμενη ποινή φυλάκισης για το αδίκημα της παράνομης και άσεμνης επίθεσης ήταν δύο χρόνια φυλάκιση και ως εκ τούτου το πρωτόδικο δικαστήριο όφειλε να περιοριστεί σε αυτό το πλαίσιο χωρίς επηρεασμό από τα ισχύοντα σήμερα. Το 2009 με τροποποιητικό νόμο το αδίκημα από πλημμέλημα έγινε κακούργημα και η ποινή φυλάκισης καθορίστηκε σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερέβαινε τα πέντε έτη. Περαιτέρω, το 2014 θεσπίστηκε και ο περί της Πρόληψης και Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και Παιδικής Πορνογραφίας Νόμος με την προβλεπόμενη ανώτατη ποινή σε κάποιες περιπτώσεις να είναι η φυλάκιση διά βίου.
Σημειώνεται ότι ο εφεσείων αντιμετώπισε ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λεμεσού 61 κατηγορίες, με θύματα κυρίως τα τέσσερα παιδιά του, που κατά το χρόνο διάπραξης των αδικημάτων ήταν ανήλικα. Ο εφεσείων θεώρησε ότι το Κακουργιοδικείο εσφαλμένα επέβαλε διαδοχικές ποινές και ζήτησε την παρέμβαση του Εφετείου, προκειμένου να μειωθούν οι επιβληθείσες ποινές φυλάκισης.
Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης ο εφεσείων σε έξι διαφορετικές περιπτώσεις και σε διαφορετικές ημερομηνίες επιτέθηκε παράνομα και άσεμνα εναντίον της ανήλικής τότε θυγατέρας του Α. Η παρενόχληση άρχισε από την ηλικία των 9 ετών της ανήλικης τότε θυγατέρας του. Περαιτέρω, σε πέντε διαφορετικές περιπτώσεις και σε διαφορετικές ημερομηνίες επιτέθηκε παράνομα και άσεμνα εναντίον της ανήλικης τότε θυγατέρας του Β, με την παρενόχληση να αρχίζει από τα 5 της χρόνια, ενώ σε μία άλλη περίπτωση και σε διαφορετική ημερομηνία επιτέθηκε παράνομα και άσεμνα εναντίον της τρίτης ανήλικης τότε θυγατέρας του Γ που ήταν τότε 9 ετών. Με άλλα λόγια, ο εφεσείων παράνομα και άσεμνα επιτέθηκε στις τρεις ανήλικες θυγατέρες του, σε συνολικά δώδεκα διαφορετικές περιπτώσεις και σε διαφορετικές ημερομηνίες, ενώ διέπραξε και τα αδικήματα της κοινής επίθεσης. Όλα τα αδικήματα, στα οποία ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος, κατόπιν δικής του παραδοχής, έλαβαν χώρα την περίοδο 1986-1993.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η κατ’ εξακολούθηση εγκληματική συμπεριφορά του εφεσείοντα εις βάρος των ανήλικων θυγατέρων του αποκαλύφθηκε, έστω και καθυστερημένα, όταν ο εφεσείων απέκτησε κοριτσάκι με τη δεύτερη σύζυγό του και ο γιος του από τον πρώτο του γάμο απέστειλε ανώνυμη επιστολή στο γραφείο της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, λέγοντας πως το κοριτσάκι που ο εφεσείων απέκτησε από το δεύτερο του γάμο διέτρεχε κι αυτό άμεσο κίνδυνο να κακοποιηθεί σεξουαλικά.
Στην απόφαση του το Ανώτατο Δικαστήριο σημειώνει μεταξύ άλλων: «… Ο εφεσείων ευτύχησε να αποκτήσει αρκετά παιδιά από τον πρώτο του γάμο, τα οποία όμως, δυστυχώς, χρησιμοποίησε (όσον αφορά στις τρεις ανήλικες τότε θυγατέρες του) για να ικανοποιήσει τις ανώμαλες σεξουαλικές του ορέξεις και τα ζωώδη του ένστικτα. Όπως ορθά σημειώνει το Κακουργιοδικείο, ο κατηγορούμενος κακοποιούσε σεξουαλικά τις τρεις θυγατέρες του από πολύ νεαρή ηλικία κατ΄ επανάληψη, αμαυρώνοντας και σπιλώνοντας τις παιδικές αθώες ψυχές τους».
Καταλήγοντας, το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιμους του λόγους έφεσης, τονίζοντας πως ο προσδιορισμός της ποινής και η επιμέτρηση του ύψους της είναι έργο του πρωτόδικου δικαστηρίου. «Οι επιβληθείσες από το Κακουργιοδικείο ποινές δεν κρίνονται έκδηλα υπερβολικές, ούτε βρίσκουμε ότι η συνολική ποινή είναι άδικη και δυσανάλογη με την ποινική ευθύνη του εφεσείοντα», καταλήγει το Εφετείο.
GREEN PRESS CYPRUS.NEWS