Οι επιλογές προσώπων που κάνει ο Τζο Μπάιντεν για τη σύνθεση του υπουργικού του συμβουλίου δίνουν και το στίγμα των επιλογών που θα πάρει
Τίποτα δεν δείχνει την κατεύθυνση που θέλει να πάρει ένας νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ καλύτερα από τις επιλογές προσώπων που κάνει για να στελεχώσουν την κυβέρνησή του. Αυτό αποκτά ξεχωριστή σημασία στην περίπτωση του Τζο Μπάιντεν, εάν αναλογιστούμε τις μετατοπίσεις που χρειάστηκε να κάνει στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.
Και αυτό γιατί όπως και η Χίλαρι Κλίντον έτσι και ο Τζο Μπάιντεν στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας είχε να αντιμετωπίσει τη δυσπιστία, ενίοτε και την αντιπαλότητα, από τη μεριά της αριστεράς των Δημοκρατικών που είχε συσπειρωθεί και στις δύο προκριματικές διαδικασίας γύρω από την υποψηφιότητα του Μπέρνι Σάντερς.
Αυτό διαμόρφωνε μια σύνθετη και απαιτητική διαδικασία όπου, η οποία επικαθοριζόταν και από τον τρόπο με τον οποίο ο Μπάιντεν έπρεπε από τη μια να εξασφαλίζει ότι δεν θα αποξένωνε την αριστερή πτέρυγα και τους ιδιαίτερα χρήσιμους σε μια εκλογική μάχη ενθουσιώδεις ακτιβιστές της, από την άλλη να μπορεί να κάνει το αναγκαίο άνοιγμα προς ψηφοφόρους σε κρίσιμες Πολιτείες που ταλαντεύονταν προς τον Τζορτζ Μπους.
Και όντως αρκετές από τις κρίσιμες Πολιτείες που κέρδισε ο Μπάιντεν, στηρίχτηκαν κατεξοχήν σε κοινωνικά στρώματα που επηρεάζονται και από μια ρητορική για μεγαλύτερη αναδιανομή και υψηλότερες κοινωνικές δαπάνες (αντί για δαπάνες για την αστυνομία), όπως αυτή που υποστήριξε κυρίως η αριστερή πτέρυγα.
Το ερώτημα επομένως που είχε εξαρχής τεθεί αφορούσε το εάν ο Μπάιντεν με τις επιλογές προσώπων για το υπουργικό του συμβούλιο θα κάνει ένα άνοιγμα προς πιο αριστερές φωνές ή να δικαιώσεις όσους εξαρχής τον θεωρούσαν ως μια κατεξοχήν συστημική επιλογή.
Εξωτερική πολιτική στην κατεύθυνση του «φιλελεύθερου παρεμβατισμού»
Με τον Τζο Μπάιντεν να έχει κάνει τις βασικές επιλογές για τις θέσεις που αφορούν την εξωτερική πολιτική και την ασφάλεια, μπορούμε να δούμε το «προς τα έξω» στίγμα των ΗΠΑ.
Η επιλογή του Άντονι Μπλίνκεν για το Στέιτ Ντιπάρτμεντ σε συνδυασμό με την επιλογή του Τζέικ Σάλιβαν για τη θέση του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας, της Έιβριλ Χάινς για τη θέση της Διευθύντριας Υπηρεσιών Πληροφοριών και της Λίντα Τόμας-Γκρίνφιλντ για τη θέση της πρέσβειρας των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, παραπέμπει σε μια επιστροφή στις βασικές κατευθύνσεις της δεύτερης θητείας Κλίντον.
Ένας στρατηγός στο Πεντάγωνο
Η επιλογή του στρατηγού Λόιντ Όστιν για τη θέση του υπουργού Άμυνας, στο βαθμό που θα μπορέσει να κερδίσει από το Κογκρέσο την απαλλαγή από την υποχρέωση να έχουν περάσει επτά χρόνια από την αποστρατεία του, δέχτηκε αρκετή κριτική κυρίως γιατί πολλοί θεώρησαν ότι ένας απόστρατος στρατηγός επικεφαλής του Πενταγώνου δεν αποτελεί ακριβώς το παράδειγμα του αναγκαίου πολιτικού ελέγχου των ενόπλων δυνάμεων. Όμως, φαίνεται ότι ο Μπάιντεν έχει μεγάλη εμπιστοσύνη στον Όστιν, με τον οποίο έχει συνεργαστεί όταν ήταν αντιπρόεδρος.
Φαίνεται ότι ο Μπάιντεν εκτιμά ότι ο Όστιν, θα επιτρέψει καλύτερο πολιτικό σχεδιασμό για τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις, ενώ και εδώ έχουμε μια επιλογή που δεν παραπέμπει σε εύκολο απεγκλωβισμό των ΗΠΑ από τη ένοπλη παρουσία σε διεθνείς κρίσεις.
Το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής
Η επιλογή του Τζον Κέρι, πρώην υπουργού Εξωτερικών στη δεύτερη θητεία του Μπαράκ Ομπάμα, για τη θέση του ειδικού προεδρικού απεσταλμένου για το κλίμα σηματοδοτεί την επιστροφή των ΗΠΑ στη συζήτηση για την κλιματική αλλαγή και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί, με πιο πιθανή αφετηρία την επιστροφή στη Συμφωνία του Παρισιού.
Όμως, δεν είναι λίγοι εκείνοι που σημαίνουν ότι αυτό δεν αρκεί και ότι η αμερικανική κυβέρνηση θα πρέπει να υιοθετήσει όσο πιο γρήγορα μπορεί ένα ριζοσπαστικό σχέδιο για ένα Πράσινο New Deal, όπως έχει προτείνει η αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών με προεξάρχουσα στην Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτές.
Η αναζήτηση ισορροπιών
Στο περίπλοκο σύστημα λήψης αποφάσεων των ΗΠΑ, όπου ανάμεσα στις κυβερνητικές εξαγγελίες και την τελική νομοθετική ρύθμιση υπάρχει μεγάλη απόσταση, τις περισσότερες φορές το αποτέλεσμα είναι συμβιβασμοί, παρά μεγάλα οράματα. Άλλωστε, οι Ρεπουμπλικάνοι στη Γερουσία θα κάνουν ό,τι μπορούν σε αυτή την κατεύθυνση (πιθανώς συνεπικουρούμενοι και από τη συντηρητική πλειοψηφία του Ανώτατου Δικαστηρίου).
Ο Τζο Μπάιντεν επένδυσε περισσότερο στην πολεμική κατά του Ντόναλντ Τραμπ και μια υπόσχεση στην επιστροφή σε πολιτικές ανάλογες με αυτές προηγούμενων δημοκρατικών κυβερνήσεων, παρά σε κάποιο μεγάλο σχέδιο μεταρρυθμίσεων και μετασχηματισμού. Παρότι η Αμερική είναι σε μια κρίσιμη καμπή, ο Μπάιντεν εμφανίζεται περισσότερο ως ένας λιγότερο συγκρουσιακός και περισσότερο αποτελεσματικός διαχειριστής, παρά ως αυτός που θα μπορούσε να προτείνει και να εφαρμόσει αν όχι ένα New Deal τουλάχιστον κάτι ανάλογο με το Great Society του Λίντον Τζόνσον.