Άγγλος ανθρωπιστής, γνωστός και ως ο «Βρετανός Σίντλερ», ο οποίος διέσωσε κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου 669 παιδιά από την Τσεχία και τη Σλοβακία, στην πλειονότητά τους εβραϊκής καταγωγής, από βέβαιο θάνατο στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και εξόντωσης.
Ο Νίκολας Γουίντον (Nicholas Winton), κατά κόσμον Νίκολας Βερτχάιμ (Nicholas Wertheim), γεννήθηκε στις 19 Μαΐου 1909 στο Λονδίνο από γονείς γερμανοεβραϊκής καταγωγής. Απόφοιτος νυχτερινού γυμνασίου, δούλεψε σε τραπεζικά ιδρύματα της Αγγλίας, της Γερμανίας και της Γαλλίας.
Ο Γουίντον άνοιξε ένα «γραφείο» σ’ ένα ξενοδοχείο της Πράγας όπου υποδεχόταν εβραίους γονείς, που ήθελαν να βρουν ασφαλές καταφύγιο για τα παιδιά τους. Αντιμετώπιζε ένα ιδιαίτερα δύσκολο καθήκον: για να εκδοθεί βίζα για τη Βρετανία έπρεπε να βρεθεί για κάθε παιδί μία ανάδοχη οικογένεια που θα το υιοθετούσε και να δοθεί εγγύηση. Ο Γουίντον συγκέντρωνε και χειριζόταν, επίσης, τα χρήματα για τη μεταφορά των παιδιών με τρένο.
Μετά τον πόλεμο εργάστηκε ως οικονομικό στέλεχος σε διάφορες επιχειρήσεις και πρόσφερε τις υπηρεσίες του σε διεθνείς ανθρωπιστικές οργανώσεις. Το 2002 η βασίλισσα Ελισάβετ Β’ τον έχρισε «σερ» και το 2007 έλαβε την ανώτατη τιμητική διάκριση της Τσεχίας, από τα χέρια του προέδρου της χώρας Μίλος Ζέμαν.
Ο Γουίντον συνήθιζε να λέει ότι δεν έκανε κάτι το εξαιρετικό, παρότι ο Τύπος τον υμνούσε και του έδωσε το προσωνύμιο «ο Βρετανός Σίντλερ», παραπέμποντας στον γερμανό βιομήχανο Όσκαρ Σίντλερ, που έσωσε 1.200 Εβραίους επί των ημερών του Τρίτου Ράιχ.
Αυτή η σεμνότητα του επέτρεπε να κρύβει, ακόμη και από την ίδια του την οικογένεια, τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξε για να επιβιώσουν αυτά τα παιδιά. Η γυναίκα του ανακάλυψε τυχαία, σχεδόν μισό αιώνα αργότερα, μέσα σε μια παλιά τσάντα, τον κατάλογο των παιδιών και τα γράμματα των γονιών τους.
Ο Νίκολας Γουίντον πέθανε στο Λονδίνο την 1η Ιουλίου 2015, σε ηλικία 106 ετών.