Η εποχή του «τίποτα δεν με εκπλήσσει»
Ζούμε στην πιο ενημερωμένη εποχή της ιστορίας — και ίσως στην πιο αδιάφορη.
Κάθε μέρα, εκατομμύρια ειδήσεις περνούν μπροστά από τα μάτια μας: πόλεμοι, σκάνδαλα, διαφθορά, περιβαλλοντικές καταστροφές, κοινωνικές αδικίες. Και όμως, τίποτα απ’ όλα αυτά δεν φαίνεται πια να μας συγκλονίζει. Δεν σοκαριζόμαστε, δεν αντιδρούμε, δεν θυμώνουμε καν. Απλώς… κάνουμε scroll.
Από την πληροφόρηση στην αναισθησία
Η υπερπληροφόρηση έχει μετατραπεί στο νέο μας αναισθητικό. Μπαίνεις στα social media και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα βλέπεις ένα παιδί να σώζεται από τα ερείπια, μια διαφήμιση για πίτσα, μια πολιτική κόντρα, ένα βίντεο με γάτες.
Ο εγκέφαλός μας δεν προλαβαίνει να επεξεργαστεί τίποτα ουσιαστικά· όλα γίνονται ένα θολό κολλάζ από ερεθίσματα.
Το αποτέλεσμα; Μια κοινωνία κορεσμένη από συγκίνηση αλλά άδεια από συναίσθημα.
Κάποτε, μια αποκάλυψη ή ένα σκάνδαλο μπορούσε να ταράξει την κοινή γνώμη για μήνες.
Σήμερα, η ίδια είδηση θα γίνει “viral” για μερικές ώρες και μετά θα χαθεί μέσα στη ροή των επόμενων «σοκ».
Το πρόβλημα δεν είναι ότι δεν υπάρχουν αλήθειες — είναι ότι δεν έχουμε την αντοχή να τις αντέξουμε.
Ο κυνισμός ως άμυνα
Το πιο επικίνδυνο αποτέλεσμα αυτής της κόπωσης είναι ο κυνισμός.
Δεν πιστεύουμε τίποτα και κανέναν. Αν κάποιος φέρει στο φως μια αδικία, γελάμε με το meme. Αν γίνει ένα πολιτικό σκάνδαλο, το αντιμετωπίζουμε με «έλα μωρέ, όλοι ίδιοι είναι».
Ο κυνισμός έχει γίνει το νέο κοινωνικό consensus — η αποδοχή ότι “τίποτα δεν αλλάζει”, άρα δεν υπάρχει λόγος να προσπαθήσουμε.
Αυτός ο ψυχολογικός μηχανισμός είναι βολικός. Μας απαλλάσσει από την ευθύνη να δράσουμε, να σκεφτούμε, να πάρουμε θέση.
Γιατί να αγανακτήσεις, όταν μπορείς απλώς να κάνεις ένα ειρωνικό σχόλιο;
Γιατί να συμμετάσχεις, όταν μπορείς να κάνεις repost;
Τα media του εντυπωσιασμού
Η δημοσιογραφία δεν είναι αθώα σε αυτό.
Στην εποχή των “clicks”, η είδηση δεν χρειάζεται να είναι αληθινή — αρκεί να είναι πιασάρικη.
Ο τίτλος πρέπει να σοκάρει, να εξοργίσει, να σε κάνει να πατήσεις.
Όμως η υπερβολή και ο συνεχής βομβαρδισμός με «έκτακτα γεγονότα» έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα: μας μουδιάζουν.
Όταν όλα είναι «επείγοντα», τίποτα δεν είναι.
Η ψευδαίσθηση της συμμετοχής
Τα social media μάς έχουν πείσει ότι “εκφραζόμαστε” και “αντιδρούμε”.
Όμως ένα emoji θυμού, ένα hashtag ή ένα story αλληλεγγύης δεν είναι πολιτική πράξη· είναι ψηφιακό καθαρτικό.
Μας δίνει την ψευδαίσθηση πως “κάναμε κάτι”, ενώ στην πραγματικότητα απλώς καταναλώσαμε ακόμα μία πληροφορία.
Η αληθινή συμμετοχή απαιτεί κόπο, χρόνο, ευθύνη — ακριβώς ό,τι η εποχή μας αποστρέφεται.
Έτσι, ο δημόσιος λόγος γεμίζει με άποψη, αλλά αδειάζει από γνώση.
Όλοι μιλούν, κανείς δεν ακούει.
Η κόπωση της αλήθειας
Ίσως τελικά να μην έχουμε κουραστεί από τα ψέματα, αλλά από την αλήθεια.
Γιατί η αλήθεια απαιτεί να αλλάξουμε — κι αυτό πονάει.
Είναι πιο εύκολο να παρακολουθείς τον κόσμο να καταρρέει από το κινητό σου, παρά να κάνεις κάτι για να τον αλλάξεις.
Έτσι, μαθαίνουμε να ζούμε με ένα ήπιο, μόνιμο μουδιάσμα — μια αδιαφορία μεταμφιεσμένη σε ωριμότητα.
«Δεν τσιμπάω εύκολα», λέμε, αλλά στην πραγματικότητα απλώς δεν νιώθουμε τίποτα.
Ίσως το πρώτο βήμα να είναι απλό: να επιλέγουμε συνειδητά τι διαβάζουμε, πόσο και γιατί.
Να θυμόμαστε ότι πίσω από κάθε είδηση υπάρχουν άνθρωποι, όχι pixels.
Να επιβραδύνουμε. Να επιλέγουμε την κατανόηση αντί για την αντίδραση.
Η αλήθεια δεν είναι «ψυχαγωγικό περιεχόμενο». Είναι καθρέφτης — κι αν δεν αντέχουμε να κοιταχτούμε, το πρόβλημα δεν είναι ο καθρέφτης.
Τελικά, σ’ αυτόν τον τόσο άγριο κόσμο του πιο επικίνδυνου ζώου που γέννησε η φύση — του ανθρώπου —
ίσως το δυσκολότερο που έχουμε να κάνουμε είναι να παραμείνουμε άνθρωποι, με τη σωστή έννοια του όρου.
Κι όπως είπε ο Χρόνης Μίσσιος: «Επανάσταση σήμερα είναι η διατήρηση της τρυφερότητας.»
Γιατί, τελικά, το να μείνεις άνθρωπος σε έναν κόσμο που σε ωθεί να μη νιώθεις, είναι η μεγαλύτερη αντίσταση.