Oι εργαζόμενοι κάτω των 25 εμφανίζουν τόσο κακή ψυχική υγεία, ώστε είναι εξίσου δυστυχισμένοι με τους ανέργους
Το ότι οι εργαζόμενοι που ανήκαν σε παλαιότερη γενικά αντιμετώπιζαν ανέκαθεν τους νεότερους εργαζόμενους με περιφρόνηση είναι κάτι που ίσχυε σχεδόν από τότε που υπάρχει η αγορά εργασίας. Ωστόσο, για την γενιά Ζ, πολλές φορές ακόμα και η ανεργία φαντάζει καλύτερη διέξοδος από μία δουλειά «αδιέξοδο».
Και προτού βιαστείτε να πείτε το γνωστό «τσιτάτο» – όχι δεν είμαστε κακομαθημένοι. Είμαστε απλά απεγνωσμένοι, καθώς η εύρεση αξιοπρεπούς εργασίας έχει μετατραπεί σε έναν αγώνα δρόμου, του οποίου, όμως, η γραμμή τερματισμού δεν διαφαίνεται κάπου κοντά.
Για να μιλήσουμε με ποσοστά, σύμφωνα με τη Eurostat, το 2024 η ανεργία στις ηλικίες 25-34 ετών στην Ελλάδα ανήλθε στο 12,3%, κατατάσσοντας τη χώρα μας στους «πρωταθλητές» στην ανεργία των νέων. Και, φυσικά, όσο νεότερος, τόσο χειρότερα είναι τα πράγματα.
«Αν μόλις αποφοίτησες, είναι σαν να προσπαθείς να μπεις σε έναν μποτιλιαρισμένο δρόμο, όπου κανένας δεν σε αφήνει να μπεις στη λωρίδα», είπε στους New York Times o Μάικλ Μάντοουιτς, επικεφαλής οικονομολόγος του Ινστιτούτου Ρούζβελτ, εξηγώντας ότι εταιρείες όπως η Airbnb και η Intuit προχωρούν διαρκώς σε μειώσεις προσωπικού και «ευέλικτα ωράρια εργασίας», καθώς αυτό το μοντέλο εξασφαλίζει βραχυπρόθεσμα κέρδη.
Όμως η ταλαιπωρία της εργασιακής εμπειρίας των νέων δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο. Ήδη από τις αρχές του έτους, ο αρθρογράφος Ντέιβιντ Μπρουκς είχε συνομιλήσει με μια φοιτήτρια που χαρακτήρισε τη νεολαία των ΗΠΑ «τη γενιά με τις περισσότερες απορρίψεις», αναφερόμενη στον αδυσώπητο ανταγωνισμό που έχει διαποτίσει κάθε πτυχή της ζωής — ακόμη και για τους πιο προνομιούχους νέους με πανεπιστημιακή μόρφωση.
Ως εκ τούτου, από την ημέρα που ένας νέος άνθρωπος εισέρχεται από την φοιτητική ζωή στην αγορά εργασίας, ξεκινά η απόρριψη.
Στις ΗΠΑ, οι υποψήφιοι πλέον επεξεργάζονται τα βιογραφικά τους με συγκεκριμένες λέξεις-κλειδιά που «αρέσουν» στα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης, ώστε να αυξήσουν τις πιθανότητες να περάσουν στα επόμενα στάδια και περάσουν τελικά στο στάδιο της συνέντευξης. Στην Ελλάδα, όμως, γυρνάμε πάλι στην παλιά «ορθόδοξη» μέθοδο του «γνωστού», ο οποίος τελικά ενδέχεται να σε βγάλει από τη «θάλασσα» της ανεργίας και να βρεις τελικά μια αξιοπρεπή δουλειά.
Στο ίδιο άρθρο των Times, μία 27χρονη ανέφερε πως στην δουλειά που έκανε – και πρόσφατα άφησε – σε εταιρεία σχεδιασμού εκθέσεων, αισθανόταν ότι «οι μάνατζερ περιμένουν να κάνεις έξι δουλειές μέσα σε 40 ώρες (άλλο που στη χώρα μας ψηφίσαμε τώρα το 13ωρο). Η εταιρεία μου είχε μέτριες παροχές και ελάχιστες ευκαιρίες επαγγελματικής ανάπτυξης». Ως εκ τούτου, κατέληξε να γίνει freelancer, το οποίο αν και ενέχει μεγαλύτερη αβεβαιότητα, δηλώνει πιο ευτυχισμένη, επειδή έχει αυτονομία και έλεγχο του χρόνου και της ενέργειάς της.
Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που μελέτη του National Bureau of Economic Research βασισμένη σε δεδομένα από 400.000 Αμερικανούς συμμετέχοντες κατέγραψε αυξανόμενη απελπισία στους νέους εργαζόμενους την τελευταία δεκαετία.
Τα αποτελέσματα έδειξαν πως οι εργαζόμενοι κάτω των 25 εμφανίζουν τόσο κακή ψυχική υγεία, ώστε είναι εξίσου δυστυχισμένοι με τους ανέργους – ένα φαινόμενο τόσο καινούριο, όσο και ανησυχητικό.
Τεχνητή νοημοσύνη, πολεμικές συγκρούσεις, περικοπές… Το μέλλον της γενιάς Ζ φαντάζει πιο αβέβαιο από ποτέ.
Ειδικά στα εργασιακά, με τους νέους στην Ελλάδα να καταλήγουν να δουλεύουν περισσότερο, χωρίς το πορτοφόλι τους να γεμίζει, η γενιά Ζ καταλήγει πράγματι να αισθάνεται ότι δεν υπάρχει «φως» στο τούνελ, ειδικά αν τα πράγματα δεν αλλάξουν άμεσα και ριζικά. Γιατί καλή και η τεχνητή νοημοσύνη, αλλά άμα είναι να μας «πάρει τις δουλειές» και να οδηγήσει τελικά σε κατάρρευση της ανθρωπότητας, ποιο το νόημα;


























