*Mε αφορμή τη σημερινή γιορτή των γραμμάτων το Green Press Cyprus News φιλοξενεί άρθρο της εκπαιδευτικού Μαρίας Θεοδοσιάδου. Το άρθρο εκφράζει αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις της συγγραφέως.
Ο σύγχρονος κόσμος λειτουργεί σε υπερυψηλές ταχύτητες. Τα προγράμματα που έχουν σχεδιαστεί για να εξοπλίσουν τους μαθητές για την ψηφιακή εποχή, υπερβαίνουν τα παραδοσιακά προγράμματα σπουδών. Θέτουν στο επίκεντρο την ανάπτυξη βασικών ψηφιακών δεξιοτήτων. Έτσι καλλιεργείται η κριτική σκέψη, ενισχύεται η ικανότητα επίλυσης προβλημάτων μέσα από ρεαλιστικές προκλήσεις, ενώ ταυτόχρονα το σύνολο της μαθητικής κοινότητας αποκτά ευελιξία, προσαρμοστικότητα και ανθεκτικότητα απέναντι σε έναν νέο κόσμο πλούσιο σε εξελίξεις.
Η τεχνολογία εμφανίζει αξιοσημείωτη δυναμική ,κάνει την εκπαίδευση περισσότερο ανταγωνιστική, ενώ της χαρίζει και ασύγκριτα πλεονεκτήματα. Οι μαθητές θα μπορούν να εντοπίσουν και να χρησιμοποιήσουν περαιτέρω λύσεις, όπως η ενσωμάτωση προηγμένου λογισμικού, πλατφορμών και άλλων καινοτόμων εργαλείων που μπορούν να αξιοποιηθούν στο σύστημα της εκπαίδευσης.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός και οι νέες τεχνολογίες δρουν καταλυτικά στην εκπαίδευση, προσφέροντας νέα ερεθίσματα στους μαθητές και ενισχύοντας τις ικανότητές τους. Οι διαδικτυακές πλατφόρμες, οι εικονικές τάξεις και η διάδραση φέρνουν επανάσταση με άμεση πρόσβαση σε επιπρόσθετους εκπαιδευτικούς πόρους, όπως ηλεκτρονικά βιβλία και διαδικτυακές διαλέξεις και σε απομακρυσμένη βάση. Παράλληλα, οι εκπαιδευτικοί μπορούν να πραγματοποιήσουν μαθήματα σε virtual χώρους, προωθώντας την αλληλεπίδραση μεταξύ των μαθητών. Μέσω των βιντεοδιασκέψεων ή της ομαδικής επεξεργασίας εγγράφων επεκτείνονται τα φυσικά όρια των τάξεων. Τέλος, οι μαθητές μπορούν να αποκτήσουν πρόσβαση σε δραστηριότητες που καθιστούν πιο κατανοητές πολύπλοκες έννοιες, προάγοντας έτσι την ενεργή συμμετοχή και την εμβάθυνση στην κατανόηση του υλικού.
Η εξέλιξη αποτελεί μονόδρομο και επιβάλλει κάτι περισσότερο από την ενσωμάτωση της τεχνολογίας στις τάξεις. Οι παραδοσιακές μέθοδοι διδασκαλίας θα πρέπει μα εναρμονιστούν με καινοτόμα εργαλεία στην εκπαιδευτική διαδικασία, καθώς η μαθητική κοινότητα προετοιμάζεται με νέες δεξιότητες.
Είναι όμως τα εκπαιδευτικά μας προγράμματα στην Κύπρο έτοιμα να αντιμετωπίσουν τις νέες προκλήσεις; Είναι οι εκπαιδευτικοί μας επαρκώς προετοιμασμένοι για την τεχνολική έκρηξη; Και πώς αυτό μπορεί να εφαρμοστεί σε ένα υλικοκεντρικό περιβάλλον όπου στην Β γυμνασίου για παράδειγμα μετρά κανείς 17 διαφορετικά μαθήματα για τα οποία ο μαθητής θα πρέπει να προεετοιμάζεται μέσα στην εβδομάδα; Είναι εφικτό ένας καθηγητής να προετοιμάζει επαρκώς τους μαθητές του όταν για παράδειγμα σε μαθήματα όπως χημεία, γεωγραφία έχει διαθέσιμο ένα μόνο 40λεπτο την εβδομάδα; Το σχολείο για τα περισσότερα παιδιά είναι ένα είδος «αγγαρείας» που επιβάλλεται από το σύστημα το οποίο δεν αντιλαμβάνεται ότι οι καιροί έχουν αλλάξει και ότι η παιδεία θα έπρεπε να αποκτάται με διαφορετική μορφή και περιεχόμενο.Μήπως λοιπόν ήρθε η εποχή για μια ριζική εκ νέου αναθεώρηση του εκπαιδευτικού μας συστήματος, της ύλης, των προσεγγίσεων , ακόμα και των δομών των αναλυτικών μας προγραμμάτων, του τρόπου επιλογής των μαθημάτων, ακόμα και των προς διδασκαλία αντικειμένων; Μήπως ήρθε η εποχή που χρειάζεται να γίνουν ριζικές αλλαγές στην εκπαίδευση του τόπου μας;
Το νέο στοίχημα στην εκπαίδευση απαιτεί όπως δοθεί ο απαραίτητος χρόνος σε καθηγητές και μαθητές να επεξεργάζονται τις πληροφορίες , να εμβαθύνουν περισσότερο σε θέματα που τους ενδιαφέρουν, να ερευνούν, να επιλέγουν, να αλληλεπιδρούν, να παρουσιάζουν. Για να γίνει κάτι τέτοιο εφικτό και να μπορούν μαθητές και καθηγητές να ανταποκριθούν θα πρέπει να μειωθούν τα μαθησιακά αντικείμενα των τετραμήνων. Θα μπορούσε για παράδειγμα, στη μέση εκπαίδευση πέραν των ελληνικών, μαθηματικών, τα υπόλοιπα μαθήματα να προσφέρονται ανά τετράμνηνο έτσι ώστε οι καθηγητές να έχουν περισσότερο διδακτικό χρόνο προς αξιοποίηση και οι μαθητές περισσότερο χρόνο προς επίλυση αποριών και εμπέδωση. Ας πάρουμε το μάθημα της Γεωγραφίας για παράδειγμα. Αντί να είναι μονόωρο θα μπορούσε να είναι δίωρο. Οι μαθητές να έχουν την ευχέρεια να το επιλέξουν είτε το πρώτο, είτε το δεύτερο τετράμηνο. Έτσι τα μαθησιακά αντικείμενα θα μειωθούν, και θα υπάρχει χρόνος για ουσιαστική μάθηση. Οι μαθητές εμβαθύνοντας περισσότερο θα μπορούν ευκολότερα να κατανοήσουν τι τους ταιριάζει έτσι ώστε να το επιλέξουν για το μέλλον τους.
Επιπλέον θα πρέπει να συνδεθεί το σχολείο, ειδικότερα το λύκειο με το εργασιακό περιβάλλον. Επισκέψεις μαθητών σε εργασιακά περιβάλλοντα κατά τη διάρκεια του έτους με βάση τα ενδιαφέροντά τους, αλλά και επισκέψεις επαγγελματιών από διάφορους χώρους στα σχολεία που να προετοιμάζουν τους μαθητές για την πραγματικότητα ενός εργασιακού πλαισίου και όχι να είναι απλά κάτι στη σφαίρα της φαντασίας τους.
Τέλος θα πρέπει να γίνει ριζική, αναθεώρηση και αναδιοργάνωση της ύλης με βάση τα σύγχρονα δεδομένα. Ας πάρουμε το παράδειγμα της ιστορίας. Διδάσκεται από την Γ΄ δημοτικού έως την Γ΄ λυκείου και περιλαμβάνει την προϊστορία από την παλαιολιθική εποχή και φτάνει έως τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Η ίδια ιστορία επαναλαμβάνεται κάθε τρία χρόνια σαφώς διαμορφωμένη ανάλογα με την ηλικία των παιδιών. Σπανίως ο καθηγητής θα προλάβει να αγγίξει θέματα που έπονται του Β’ παγκοσμίου πολέμου και αν το κάνει, αυτό γίνεται επιφανειακά λόγω έλλειψης χρόνου. Η σύγχρονη ιστορία παραγκωνίζεται ενώ θα έπρεπε να δίνεται μεγαλύτερη έμφαση καθώς όπως γνωρίζουμε η ιστορία επαναλαμβάνεται και όπως διαφαίνεται από τις εξελίξεις ο άνθρωπος δεν μαθαίνει από την ιστορία του!
Με όλα τα πιο πάνω γίνεται σαφές ότι το σύγχρονο κυπριακό σχολείο έχει ακόμα πολύ δρόμο μπροστά του ως προς τον εκσυγχρονισμό και την προσαρμογή στην ψηφιακή εποχή. Οι ιθύνοντες καιρός είναι να ενσκύψουν και να μελετήσουν εις βάθος τις αλλαγές που χρειάζεται να γίνουν ώστε τα παιδιά μας να είναι επαρκώς προετοιμασμένα για τις προκλήσεις της εποχής τους. Οι λύσεις ασφαλώς θα πρέπει να δοθούν από εξειδικευμένους επιστήμονες. Το άρθρο αυτό απλώς προβαίνει σε εισηγήσεις που προκύπτουν μέσα από παρατηρήσεις της συγγραφέως ως εκπαιδευτικού, αλλά και μητέρας τριών παιδιών που φοίτησαν στο κυπριακό δημόσιο σχολείο.