Τομ Μανιάτης: Ποιους κώδικες του DNA μένει ακόμη να σπάσουμε – Ο ελληνικής καταγωγής πρωτοπόρος της γενετικής

Δημοφιλή Άρθρα

More articles

Ο ελληνικής καταγωγής πρωτοπόρος της γενετικής εξηγεί ποιες προκλήσεις αντιμετωπίζει τώρα η επιστήμη του προκειμένου να κατανοήσει τον μηχανισμό ασθενειών όπως ο καρκίνος και οι νευροεκφυλιστικές νόσοι

7′ 28″ χρόνος ανάγνωσης

Τομ Μανιάτης: Ποιους κώδικες του DNA μένει ακόμη να σπάσουμε-1– Ποιες είναι οι ρίζες σας;

– O παππούς μου, που ήταν πάμφτωχος, μετανάστευσε στις ΗΠΑ από τη Μάνη στις αρχές του 20ού αιώνα. Αρχικά πήγε στο Σικάγο και κατέληξε στο Ντένβερ του Κολοράντο για να δουλέψει στα ορυχεία χρυσού – τότε λειτουργούσαν ακόμη. Κέρδισε αρκετά χρήματα για να ανοίξει ένα μικρό εστιατόριο. Ο πατέρας μου δούλευε αρχικά μαζί του. Στη συνέχεια έγινε πυροσβέστης, μετά κατετάγη στο Ναυτικό και κατέληξε να επιδιορθώνει τηλεοράσεις. Αλλαξε πολλές δουλειές, δηλαδή. Πιθανότατα το ίδιο θα συνέβαινε και σ’ εμένα, μια και δεν ήμουν ιδιαίτερα καλός μαθητής.

– Αλήθεια; Δεν αγαπούσατε το σχολείο;

– Κανείς από την οικογένειά μου δεν είχε σπουδάσει, βιβλία δεν υπήρχαν στο σπίτι μας. Ο πατέρας μου από μικρός ήταν βιοπαλαιστής, η μητέρα μου, που ήταν Αμερικανίδα, είχε μεγαλώσει σε μια φάρμα στη Νεμπράσκα όπου οι γονείς της ήταν κολίγοι. Μετά βίας και οι δύο είχαν τελειώσει το δημοτικό. Το γεγονός ότι εγώ σπούδασα στο πανεπιστήμιο ήταν εντελώς τυχαίο και οφειλόταν σε δύο συγκυρίες: ότι στο λύκειο είχα έναν εκπληκτικό καθηγητή που με έκανε να αγαπήσω τη χημεία και ότι το καλοκαίρι που τελείωσα το κολέγιο και δεν ήξερα τι θα έκανα στη συνέχεια –είχα ήδη αρχίσει να δουλεύω σε κατασκευαστικά έργα– διάβασα τη «Μοριακή βιολογία του γονιδίου», που μόλις είχε κυκλοφορήσει στα βιβλιοπωλεία. Ηταν ένα πραγματικά συναρπαστικό βιβλίο. Από τις πρώτες σελίδες κιόλας είχα αποφασίσει ότι αυτό ήθελα να κάνω. Και από εκεί που ήμουν ένας μέτριος μαθητής χωρίς σκοπό στη ζωή μου, λίγα χρόνια μετά βρέθηκα να κάνω το διδακτορικό μου στο εργαστήριο του πρωτοπόρου του DNA Λέοναρντ Λέρμαν.

– Πώς επηρέασε την επιστημονική πορεία σας το γεγονός ότι η αδελφή σας έπασχε από πλάγια αμυοτροφική σκλήρυνση;

– H Κάρολ ήταν 50 ετών όταν εμφανίστηκαν τα πρώτα συμπτώματα. Μόλις είχα ξεκινήσει την ακαδημαϊκή μου καριέρα στο Χάρβαρντ και την έφερα από το Ντένβερ στη Βοστώνη για να την εξετάσει ένας εξαιρετικός νευρολόγος, ο Ρόμπερτ Μπράουν. Από τη διάγνωση μέχρι τον θάνατό της πέρασαν μόλις τρία χρόνια· οι τελευταίοι μήνες ήταν μαρτυρικοί για την ίδια, αλλά και για όσους ήμασταν δίπλα της. Εκείνη την εποχή με την πλάγια αμυοτροφική σκλήρυνση ασχολούνταν αποκλειστικά οι γιατροί, οι νευρολόγοι, δεν υπήρχε σχεδόν καθόλου βασική έρευνα σε επίπεδο μοριακής βιολογίας. Αυτό προφανώς έπρεπε να αλλάξει και αποφάσισα να το παλέψω. Και πράγματι, τα επόμενα δώδεκα χρόνια οι κόποι μου απέδωσαν: Πολλοί σημαντικοί επιστήμονες μπήκαν στο συγκεκριμένο πεδίο, πολλές γενετικές αιτίες της νόσου αποκαλύφθηκαν. Δυστυχώς, παρά την τεράστια πρόοδο που έχει γίνει σε επίπεδο κατανόησης της συγκεκριμένης ασθένειας, θεραπεία δεν έχουμε βρει ακόμη. Μέχρι τώρα έχουμε συγκεντρώσει δεκάδες χιλιάδες δείγματα ασθενών με πλάγια αμυοτροφική σκλήρυνση από όλο τον κόσμο, κάναμε σε αυτά γενετική αλληλουχία για να συνδέσουμε την ασθένεια με το γενετικό υπόβαθρό της. Ομως πρέπει να προσπαθήσουμε κι άλλο, έχουμε πολλά ακόμη να μάθουμε για να έχουμε απτά αποτελέσματα. Κάτι αντίστοιχο κάνουμε με δείγματα DNA ατόμων με ψυχιατρικά νοσήματα –έχουμε ήδη περισσότερα από 250.000–, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Κολούμπια, χάρη σε μια δωρεά 75 εκατ. δολαρίων από το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος.

– Πόσο δύσκολο είναι να «μεταφραστεί» η επιστήμη σε ένα νέο φάρμακο ή θεραπεία;

– Είναι απίστευτα δύσκολο και πολύπλοκο, αλλά τα τελευταία 25 χρόνια έχουμε δει να συμβαίνει πάρα πολύ συχνά. Προηγουμένως, το μεγαλύτερο μέρος της ιατρικής ήταν αυτό που λέμε περιγραφικό: Αφορούσε κυρίως διαπιστώσεις βάσει των συμπτωμάτων και χορήγηση συμπτωματικής θεραπείας, ελάχιστα παραπάνω. Μας έλειπε το να κατανοήσουμε σε βάθος τους μηχανισμούς των νόσων. Ομως αυτό ακριβώς, δηλαδή η μοριακή αποκωδικοποίηση των αιτιών που προκαλούν μια αρρώστια, είναι η βάση πάνω στην οποία σχεδιάζεται κάθε καινούργιο φάρμακο ή θεραπεία. Ο επίσης ελληνικής καταγωγής δρ Ρόι Βαγέλος ήταν από τους πρώτους που πέτυχαν κάτι τέτοιο και μάλιστα σε τεράστια κλίμακα, στη Merck, αρχικά ως επικεφαλής επιστήμονας και στη συνέχεια ως πρόεδρός της. Είναι όμως μαραθώνιος να προχωρήσεις από μια ιδέα στην υλοποίησή της και από εκεί στις κλινικές μελέτες και στην έγκριση του φαρμάκου για χρήση στους ασθενείς – όχι μόνον από πλευράς χρόνου αλλά και χρημάτων, μια και τα ποσά που απαιτούνται είναι αστρονομικά.

«Σε σύγκριση με ό,τι συνέβαινε μέχρι πριν από δύο δεκαετίες, ζούμε σε έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο. Και αυτό αφορά και τον καρκίνο και πολλές άλλες ασθένειες».

– Εχετε αφιερώσει τη ζωή σας στην έρευνα του ανθρώπινου γονιδιώματος. Ποια είναι τα άλυτα αινίγματα που ακόμη σας απασχολούν;

– Το μεγαλύτερο αίνιγμα είναι να κατανοήσουμε πώς το μη κωδικοποιητικό γονιδίωμα συμβάλλει στην εμφάνιση μιας νόσου. Μόνο το 20% του γονιδιώματός μας κωδικοποιεί πρωτεΐνες. Το υπόλοιπο, ωστόσο, είναι εκείνο που δίνει όλα τα σήματα που είναι απαραίτητα για να καθορίσει πότε, πού και πώς ένα γονίδιο θα ενεργοποιηθεί και θα απενεργοποιηθεί. Αυτές οι πληροφορίες είναι απολύτως κρίσιμες για την κατανόηση της σχέσης μεταξύ γονιδιακών μεταλλάξεων και ασθενειών. Μεγάλο μέρος των αιτιών που προκαλούν την εμφάνιση νευροεκφυλιστικών και ψυχικών παθήσεων, για παράδειγμα, βρίσκεται στη μη κωδικοποιητική αλληλουχία, και ζητούμενο για εμάς παραμένει να την αποκωδικοποιήσουμε. Αυτή είναι μια τεράστια πρόκληση για τις επόμενες δεκαετίες.

– Πόσο απέχουμε από το να βρεθεί θεραπεία για νόσους όπως ο καρκίνος;

– Ο καρκίνος μάς παιδεύει. Από τη μια έχουμε σημειώσει τεράστια πρόοδο, κατανοούμε με την παραμικρή λεπτομέρεια τους μηχανισμούς αρκετών μορφών του – για κάποιες υπάρχει και θεραπεία. Παραμένει όμως απίστευτα πολύπλοκος, επειδή το γονιδίωμα έχει την ικανότητα να αλλάζει πολύ γρήγορα υπό την εξελικτική πίεση που του ασκούν τα φάρμακα. Είναι μια συνεχής μάχη. Το έζησα από πρώτο χέρι με τον πεθερό μου, που πέθανε από καρκίνο του πνεύμονα, αφού πέρασε από όλο το φάσμα των θεραπειών που μας έχει προσφέρει η επιστήμη. Αλλά, και πάλι, σε σύγκριση με ό,τι συνέβαινε μέχρι πριν από δύο δεκαετίες, ζούμε σε έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο. Και αυτό αφορά και τον καρκίνο, και πολλές άλλες ασθένειες.

– Πώς αισθάνεστε όταν ακούτε να σας αποκαλούν θρύλο της γενετικής;

– Φυσικά με χαροποιεί και με τιμά η αναγνώριση, όπως και η δημοσιότητα, αλλά εκτός από τη θετική πλευρά τους υπάρχει και η αρνητική. Η θετική είναι πως τραβούν την προσοχή του κοινού και οδηγούν σε καλύτερη κατανόηση της επιστήμης· μερικές φορές φέρνουν και περισσότερη χρηματοδότηση της έρευνάς μας. Ο αρνητικός αντίκτυπος είναι πως όταν οι προβολείς πέφτουν πάνω σε ένα άτομο προκαλείται στρεβλή εικόνα για τον τρόπο που γίνονται οι επιστημονικές ανακαλύψεις, που συνήθως αποτελούν καρπό πολυετούς προσπάθειας από δεκάδες ή και εκατοντάδες επιστημόνων.

– Πόσο πιστεύετε ότι σας έχει επηρεάσει το ελληνικό κομμάτι της καταγωγής σας;

– Μολονότι μόνο ο πατέρας μου ήταν Ελληνας, στο Ντένβερ όπου μεγάλωσα η ελληνική κοινότητα ήταν αρκετά μεγάλη και από πολύ μικρός είδα πόσο δεμένα ήταν τα μέλη της, με πόση αλληλεγγύη λειτουργούσαν. Επίσης, οι Ελληνες έχουν βαθύ σεβασμό για την ιατρική και την επιστήμη γενικότερα. Ισως είναι στα γονίδιά μας!

– Ποιο είναι το πιο σπουδαίο μάθημα που σας έχει δώσει μέχρι σήμερα η ζωή, κύριε Μανιάτη;

– Οτι τα πιο πολλά από όσα πετυχαίνουμε έχουν να κάνουν με το τάιμινγκ: Να είσαι τη σωστή στιγμή στο σωστό μέρος. Αυτό τουλάχιστον συνέβη σε μένα.

Τασούλα Επτακοίλη



- Advertisement -spot_img

Τελευταία άρθρα

- Advertisement -spot_img