Δύο χρόνια συμπληρώνονται αύριο από την αποφράδα εκείνη μέρα που 57 άτομα έχασαν τη ζωή τους στην ανείπωτη τραγωδία των Τεμπών μετά από τη φονική σύγκρουση δύο αμαξοστοιχιών. Τουλάχιστον 7 στους 10 ερωτηθέντες σε δημοσκοπήσεις ζητούν δικαίωση και η χώρα αύριο παραλύει, καθώς ένας τεράστιος αριθμός διαδηλωτών αναμένεται να βρεθεί στους δρόμους για το αίτημα αυτό. Δικαίωση για τους 57 που χάθηκαν, δικαίωση για τον έναν που ακόμη χαροπαλεύει, δικαίωση για όσους τόσα χρόνια κινδύνευαν και κινδυνεύουν στον ελληνικό σιδηρόδρομο και, πάνω από όλα, δικαίωση για όσους έμειναν πίσω και κλαίνε τους ανθρώπους που έχασαν.
Δύο χρόνια μετά, στο μυαλό των οικογενειών των θυμάτων αλλά και όσων επιβίωσαν της τραγωδίας στα Τέμπη βρίσκεται ακόμη πιο έντονα το αυτονόητο: η ανάγκη για απονομή δικαιοσύνης. Είναι όμως ατέλειωτες και οι σκέψεις που σαν καρφιά τρυπούν το μυαλό τους και είναι και ατέλειωτα τα τραύματα, κοινωνικά και μη, τα οποία καθημερινά βασανίζουν την ψυχή τους.
Η Εύη Τσάπαρη ήταν εκεί. Στο τρίτο βαγόνι, στη θέση 106. Πήρε το τρένο για να γυρίσει στη Θεσσαλονίκη και όταν ανέβαινε δεν μπορούσε καν να φανταστεί τι θα αντικρίσει, πόσο θα παλέψει για να επιβιώσει και πώς θα αλλάξει η ζωή της για πάντα…
«Εκεί που πορευόμασταν, νιώσαμε περίπου τρία φρεναρίσματα. Τα δύο πρώτα μάς τράβηξαν προς τα μπροστά. Με το επόμενο εκτροχιαστήκαμε», λέει στη Voria.gr. «Στην αρχή δεν κατάλαβα ότι έγινε σύγκρουση. Παρότι είδα τα βαγόνια της εμπορικής αμαξοστοιχίας, δεν φαντάστηκα καν ότι μπορεί να συνέβη κάτι τόσο τρομερό. Το μόνο που σκέφτηκα είναι ότι μάλλον θα υπάρχουν τραυματίες, είτε σοβαρά είτε ελαφρά». Στιγμή τη στιγμή, ωστόσο, η εικόνα που είχε η Εύη ολοένα και ξεθόλωνε και την έφερνε πιο κοντά στην τρομακτική πραγματικότητα.
«Αμέσως μετά, θυμάμαι το βαγόνι να σέρνεται και τον κόσμο να ουρλιάζει, να κλαίει, να λιποθυμά και άλλους να ζητούν βοήθεια. Θυμάμαι το χέρι μου να έχει σφηνώσει ανάμεσα σε ένα τοιχίο του βαγονιού και ένα κάθισμα. Θυμάμαι έναν φίλο να με βοηθάει να απεγκλωβιστώ και να βγαίνουμε άρον-άρον από το παράθυρο που είχε σπάσει. Και επίσης θυμάμαι ότι δεν είχα ανάσα… Καιγόταν η μύτη μου, ο λαιμός μου, τα μαλλιά μου και η γλώσσα μου», εξομολογείται.
Δύο χρόνια μετά και έπειτα από αρκετές ομαδικές ψυχοθεραπείες μαζί με άλλους διασωθέντες της σύγκρουσης των δύο αμαξοστοιχιών, η Εύη έχει ακόμη φοβίες.
«Αυτό που με συγκλονίζει είναι ότι μέσα σε κλάσματα μπορεί να αλλάξουν τα πάντα. Στα καλά καθούμενα», λέει. Και οι φοβίες μέσα της πλέον έχουν μεγαλώσει, καθώς με δυσκολία χρησιμοποιεί έστω τα αστικά λεωφορεία. «Σε τρένο στην Ελλάδα δεν ξαναμπήκα και δεν θα ξαναμπώ. Στο Μετρό της Θεσσαλονίκης ακούω συνέχεια για προβλήματα και δεν έχω διάθεση να βρεθώ πάλι σε κατάσταση εγκλωβισμού, ειδικά κάτω από τη γη. Παίρνω με το ζόρι τα αστικά, αλλά ακόμη αισθάνομαι φόβο και έχει τύχει να βάλω τα κλάματα και να πάθω κρίση πανικού σε απότομα φρεναρίσματα, γιατί βλέπω ότι τα περισσότερα οχήματα δεν είναι καλά συντηρημένα», λέει και εκφράζει την οργή της για τις μεταφορές.
«Δεν ξέρουμε από πού να φυλαχτούμε. Μάτι, Μάνδρα, Daniel, Τέμπη… Δεν υπάρχει καμία μέριμνα για εμάς. Ζούμε σε μια χώρα που δεν προστατεύει τους πολίτες της», τονίζει και, φορτισμένη συναισθηματικά, ζητά δικαίωση. «Για εμένα δεν ήταν δυστύχημα, αλλά έγκλημα», λέει και δεν διαπραγματεύεται την τιμωρία. «Πρέπει να δικαστούν και να τιμωρηθούν όσες κυβερνήσεις δεν νοιάστηκαν εδώ και τόσα χρόνια για να κάνουν τα προβλεπόμενα».
Για την Εύη το πρόβλημα ξεκινά από τα προηγούμενα χρόνια. «Πρέπει να τιμωρηθούν όσοι δεν υλοποίησαν τη σύμβαση 717, να τιμωρηθεί ο σταθμάρχης γιατί δεν του άξιζε η θέση που είχε και δεν επιτέλεσε σωστά τον ρόλο του φέροντας ευθύνη για 57 νεκρούς και τόσους τραυματίες», φωνάζει και τονίζει ότι «πρέπει επιτέλους να αλλάξει αυτή η χώρα και το κράτος, που μας δίνει τόσο πόνο».
Η ίδια ελπίζει ότι η δικαίωση τελικά θα έρθει. Κρατά την ελπίδα της κι ας μη φαίνεται να το πιστεύει πραγματικά, αφού, όπως λέει, «ρεαλιστικά, και στη χώρα όπου ζούμε, η δικαιοσύνη, δυστυχώς, δεν είναι τόσο ανεξάρτητη και τυφλή…».
Κώστας Κεχαγιάς