Δώδεκα χρόνια από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα — Μνήμη, δίκη, αποφυλακίσεις, και η σημερινή μάχη απέναντι στον φασισμό

Δημοφιλή Άρθρα

More articles

Ο φασισμός δεν είναι ένα κεφάλαιο που έκλεισε με τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Είναι ένα διαρκές φαινόμενο, ένας ιός της δημοκρατίας, που μεταλλάσσεται και βρίσκει πάντα τρόπο να τρυπώνει στις ρωγμές της κοινωνίας. Δεν φοράει πάντα στολή ή σβάστικα. Μπορεί να εμφανιστεί με τη μάσκα του «αγανακτισμένου πολίτη», να μιλήσει τη γλώσσα της «τάξης και ασφάλειας» και να εκμεταλλευτεί την οικονομική ανασφάλεια και τον κοινωνικό φόβο.

Η ακροδεξιά βία δεν στοχεύει μόνο σε μετανάστες ή πολιτικούς αντιπάλους. Στοχεύει σε κάθε τι που δεν μπορεί να ελέγξει: τέχνη, ελευθερία έκφρασης, διαφορετικότητα, δημοκρατία. Είναι η ωμή προσπάθεια να επιβληθεί ο τρόμος και η σιωπή. Όσο κι αν αλλάζουν τα πρόσωπα και τα ονόματα, ο μηχανισμός είναι πάντα ίδιος. Εκφοβισμός, προπαγάνδα, οργάνωση της βίας.

Η βία του φασισμού δεν αρχίζει με το μαχαίρι. Ξεκινά με τον λόγο. Με τη συκοφάντηση, με την κανονικοποίηση του μίσους, με το «δεν πειράζει» που σπέρνει δηλητήριο. Αν μείνει αναπάντητη, μετατρέπεται σε πράξη. Γι’ αυτό ο αντιφασισμός δεν είναι απλώς ιδεολογική τοποθέτηση· είναι στάση ζωής, είναι η ενεργή υπεράσπιση της ελευθερίας, η καθημερινή επιλογή να μην αφήσεις το σκοτάδι να γίνει κανονικότητα.

Δώδεκα χρόνια μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, η ευθύνη να σταθούμε απέναντι στον φασισμό είναι πιο επείγουσα από ποτέ. Όχι μόνο γιατί η μνήμη του Παύλου απαιτεί δικαίωση, αλλά γιατί βλέπουμε πως οι ιδέες του μίσους βρίσκουν πάντα νέες στέγες. Σε κόμματα, σε «πατριωτικές» κινήσεις, σε ανώνυμα προφίλ που δηλητηριάζουν τον δημόσιο λόγο.

Η σιωπή δεν είναι ουδετερότητα· είναι συνενοχή. Κάθε φορά που προσπερνάμε μια ρατσιστική επίθεση ως «υπερβολή», κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε το μίσος σαν απλή «διαφορετική άποψη», ανοίγουμε χώρο στο τέρας. Η δημοκρατία δεν είναι δεδομένη· είναι κατάκτηση που χρειάζεται συνεχή υπεράσπιση.

Ο Παύλος Φύσσας δεν ήταν απλώς ένας καλλιτέχνης. Ήταν ένα σύμβολο ελευθερίας που πλήρωσε με τη ζωή του την τόλμη να σταθεί απέναντι. Το αίμα του δεν ανήκει μόνο στο παρελθόν· είναι προειδοποίηση για το παρόν και το μέλλον. Η 18η Σεπτεμβρίου είναι υπενθύμιση πως η μάχη κατά του φασισμού δεν κερδήθηκε μια για πάντα. Είναι μια μάχη διαρκής, όσο το μίσος βρίσκει ακροατήριο.

Το χρονικό της δολοφονίας και της αντίδρασης — η ανθρώπινη φωνή μέσα στο τραύμα

Στις 17 προς 18 Σεπτεμβρίου 2013, στο Κερατσίνι (βίντεο), ο Παύλος Φύσσας, 34 ετών, γνωστός ως Killah P, δολοφονήθηκε από το μαχαίρι του Γιώργου Ρουπακιά, μέλους της Χρυσής Αυγής. Η δολοφονία δεν ήταν απλά μία εγκληματική ενέργεια· συνοδεύτηκε από στοιχεία που υποδήλωναν δράση τάγματος εφόδου, οργανωμένης επίθεσης με ρατσιστικά και πολιτικά κίνητρα.

«Στις 17, θυμάμαι τον Παύλο μου να είμαστε στο σπίτι. Φεύγουν να πιουν καφέ με τα παιδιά και θα βλέπανε στη συνέχεια την μπάλα. Δε θα τον έβλεπα το βράδυ, του είπα “να περάσεις καλά” και θα τον έβλεπα το πρωί με τον καφέ. Ούτε στα πιο φρικτά μου όνειρα δε φανταζόμουν ότι θα ζούσα τέτοιο βράδυ.

“Μαχαίρωσαν τον Παύλο στην Τσαλδάρη”, έτσι ειδοποιήθηκε ο πατέρας του.

Είναι ένας εφιάλτης που δεν έχει τελειώμο, περιμένεις πότε θα ξυπνήσεις αλλά δεν ξυπνάς.

Αυτό που έλεγα μέσα μου ήταν “ας είναι στην εντατική, να τον βρω ζωντανό”.

Είναι αυτή η ρημάδα η ελπίδα, που περιμένεις και λες ότι κάτι θα γίνει.

Στο νοσοκομείο όταν έφτασα, κανείς δεν μου έλεγε τίποτα. Ποιος θα τολμούσε να το ξεστομίσει. Μια ψυχολόγος που ήταν εκεί έκλαιγε, κάποια στιγμή ένας γιατρός μου είπε ότι ο Παύλος δεν ήταν ζωντανός.

“Μαχαιρώθηκε στην καρδιά”, μου είπε,

Ο δολοφόνος ήταν επαγγελματίας και πιάστηκε,

το έκανε η Χρυσή Αυγή.

Ήταν τρεις τα ξημερώματα.

Δεν θυμάμαι να αισθάνθηκα τίποτε για το δολοφόνο του παιδιού μου, σκεφτόμουν  πως θα ζήσω χωρίς τον Παύλο».

Οι πρώτες ώρες ήταν ώρες οργής και αφύπνισης. Το κοινωνικό σοκ ήταν τεράστιο: αντιφασιστικές διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα, δημόσιοι τόποι που γέμισαν συνθήματα, καλλιτέχνες και απλοί πολίτες που αναζητούσαν απαντήσεις και δικαίωση.

Η δικαστική πορεία και η ιστορική απόφαση — δικαιοσύνη και συλλογική μνήμη

Η δίκη της Χρυσής Αυγής ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2015 και διήρκεσε πάνω από πέντε χρόνια. Εκτός από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, υπό κρίση μπήκαν και άλλες σοβαρές υποθέσεις: απόπειρες ανθρωποκτονίας, επιθέσεις κατά μεταναστών, ρατσιστικές επιθέσεις.

Στις 7 Οκτωβρίου 2020, το Εφετείο Αθηνών έκρινε ότι η Χρυσή Αυγή λειτουργούσε ως εγκληματική οργάνωση.

Καταδικάστηκαν πολλά στελέχη, μεταξύ των οποίων η ηγεσία, με βαριές ποινές κάθειρξης. Η ημέρα εκείνη ήταν ιστορική — και εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες βγήκαν στο δρόμο φωνάζοντας «Δεν είναι αθώοι», βλέποντας τη Δικαιοσύνη να αναγνωρίζει αυτό που η κοινωνία είχε ήδη βιώσει: ότι πίσω από τα κοινοβουλευτικά κουστούμια υπήρχε ένας μηχανισμός βίας.

«Δεν μπορώ να μοιραστώ αυτό που έζησα με το παιδί μου, όταν άνοιγε η πόρτα κι άκουγα το «μάνα, πού είσαι» ή όταν, δυο μέτρα παλικάρι, χωνόταν στον λαιμό μου. Τουλάχιστον χόρτασε πριν φύγει αγάπη και φροντίδα, δεν είχε παράπονα. Για μας όμως σταμάτησαν όλα. Δεν μπορώ ακόμα να μαγειρέψω τα αγαπημένα του φαγητά. Στα εγγόνια μου δεν μιλάω, το έχω αφήσει αυτό στην κόρη μου, που ξέρει πιο καλά πώς και πότε πρέπει να τους μιλήσει. Ξέρουν ότι ο Παύλος δεν θα γυρίσει από το μεγάλο ταξίδι. Η μεγάλη μου εγγονή, που τον είχε γνωρίσει, μερικές φορές θυμώνει μαζί του όταν κλαίω και του φωνάζει να γυρίσει.

Δεν αντέχω να πηγαίνω συχνά στο κοιμητήριο, έχω άρνηση, πηγαίνω όμως συνέχεια στο μνημείο. Είναι τόσα πολλά που έζησα με το παιδί μου που δεν μπορώ να ξεχωρίσω τίποτα. Από την ώρα που κράτησα τον Παύλο μωρό στην αγκαλιά μου μέχρι την τελευταία στιγμή τα έχω όλα μέσα μου. Ακόμα κι όταν μεγάλος πια έμενε με τις κοπελιές του, τους φίλους του, κάθε μέρα έκανε μια βόλτα από το σπίτι.

Όλα τα παιδιά που ήταν μαζί του εκείνο το βράδυ, μαζί και η Χρύσα, σημαδεύτηκαν για πάντα. ’Ομως δεν είναι το ίδιο με το να περιμένεις κάθε βράδυ να ακούσεις το κλειδί στην πόρτα. Δεν το λέω εγωιστικά, αλλά είναι νέα παιδιά και υποχρεωτικά θα συνεχίσουν τη ζωή τους. ’Ομως τόσα παιδιά -κι όχι μόνο όσα έζησαν τον εφιάλτη- με γνώρισαν από τότε και ήρθαν κοντά μου. Δεν θέλω να είμαι αχάριστη. ’Εχασα τον Παύλο κι απέκτησα τόσα παιδιά, κι όταν περπατάω στον δρόμο κι ακούω να με φωνάζουν «μάνα» και να με πιάνουν από τον ώμο, αυτό είναι για μένα συγκλονιστικό».

Από την καταδίκη στις αποφυλακίσεις — το νομικό τέλος δεν σβήνει τη μνήμη

Τα τελευταία χρόνια παρατηρούνται κινήσεις που αποδεικνύουν ότι η ιστορική καταδίκη δεν σημαίνει οριστικό τέλος:

  • Αποφυλάκιση Ηλία Παναγιώταρου και Χρήστου Παππά το καλοκαίρι του 2025, με όρους όπως απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και τακτική εμφάνιση στο Αστυνομικό Τμήμα.
  • Αποφυλάκιση Νίκου Μιχαλολιάκου τον Σεπτέμβριο του 2025, για λόγους υγείας, με περιοριστικούς όρους και κατ’ οίκον περιορισμό.
  • Αίτημα αποφυλάκισης έχει καταθέσει και ο Ηλίας Κασιδιάρης, ο οποίος έχει εκτίσει μεγάλο μέρος της ποινής του.

Η Χρυσή Αυγή μπορεί να μην έχει την παλιά της παρουσία, αλλά η ρητορική του μίσους και η ιδεολογία του φασισμού βρίσκουν νέες διόδους. Κοινοβουλευτικά σχήματα, σκοτεινές γωνιές του διαδικτύου, ομάδες που στοχοποιούν τη διαφορετικότητα.

Οι ψηφιακές πλατφόρμες γίνονται έδαφος εξάπλωσης της ρητορικής μίσους. Η κρίση, η ανασφάλεια, η πολιτική πόλωση είναι το λίπασμα που ο φασισμός ξέρει να εκμεταλλεύεται.

Η ευθύνη της μνήμης και της αγωνιστικής εγρήγορσης

Η μνήμη του Παύλου Φύσσα δεν είναι τελετουργία που τιμάμε μια φορά τον χρόνο. Είναι καθήκον.

  • Στα σχολεία, η ιστορία της δολοφονίας και της δίκης πρέπει να διδάσκεται με ειλικρίνεια.
  • Στην πολιτική και τη δημοσιογραφία, να μη δίνεται βήμα σε ρητορικές μίσους, να υπάρχει κοινωνική ευθύνη.
  • Στους πολίτες, να μην κλείνουμε τα αυτιά, να αντιδρούμε σε κάθε λόγο που στοχοποιεί και διαχωρίζει.

Καμία ανοχή, καμία λήθη.

Δώδεκα χρόνια μετά, δεν είναι ώρα για εφησυχασμό. Το μαχαίρι δεν έχει σκουριάσει. Το χρέος μας παραμένει. Να μην επιτρέψουμε ποτέ ξανά να χυθεί αθώο αίμα.

Ο αγώνας ενάντια στον φασισμό συνεχίζεται όσο υπάρχουν άνθρωποι που προβάλλουν μίσος, όσο υπάρχει ρητορική που διχάζει. Απέναντι σε αυτό, επιλέγω να θυμάμαι — και καλώ και εσένα, αναγνώστη, να μην ξεχάσεις.

«Ο Παύλος έδωσε τη ζωή του για να σκοτώσει τον φόβο του.

Απ’ όλα τα τραγούδια του, το αγαπημένο μου, που δεν του άρεσε καθόλου, ήταν οι «Αναμνήσεις», επειδή έλεγε «Πώς να ξεχάσω την αγκαλιά της μάνας». Με τον Παύλο τα λέγαμε όλα. Αλλά θα ήθελα να έχω προλάβει, προτού φύγει, να του πω άλλη μια φορά πόσο πολύ τον αγαπούσα. Κι αν μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω και είχα μια ευκαιρία, θα ήθελα να είχα μπει μπροστά στον γιο μου και να μαχαίρωναν εμένα».

➖Μάγδα Φύσσα,

| αποσπάσματα από συνεντεύξεις



- Advertisement -spot_img

Τελευταία άρθρα

- Advertisement -spot_img